Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἡ ἄρκτος οὐδὲ σπάσει οὐδὲ λάψει ἀλλὰ κάψει

См. также в других словарях:

  • κάπτω — (Α) 1. καταβροχθίζω (α. «ἡ ἄρκτος οὐδὲ σπάσει οὐδὲ λάψει ἀλλὰ κάψει», Αριστοτ.) 2. καταπίνω. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. κάπτω ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *kap «λαμβάνω, πιάνω» και συνδέεται με λατ. capio, με ίδια σημ., γοτθ. hafjan «σηκώνω», γερμ. happen «ανέχομαι …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»